Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2019

Γιώργος Παπαστεφάνου

: «Για να κάνεις καριέρα πρέπει να έχεις το διάβολο μέσα σου» 
Mία από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές της Ελλάδας μιλά για τη μοναδική πορεία του στη ραδιοτηλεόραση και το ελληνικό τραγούδι 
 Τη δημοσιοποίηση του αρχείου μου την έκανα για να φανεί ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν πήγαν χαμένα... Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO 22
        
Ο Γιώργος Παπαστεφάνου, μία από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές της Ελλάδας, μετά από μισό αιώνα αξιοσημείωτης παρουσίας στο ραδιόφωνο, με εκπομπές όπως το «Καλησπέρα, κύριε Έντισον», και στην τηλεόραση, με τις εκπομπές «Η μουσική γράφει ιστορία», «Μουσική Βραδιά», «Διαδρομές», «Οι φίλοι μου» και «Οι παλιοί φίλοι», απ' όπου πέρασαν οι σημαντικότεροι δημιουργοί και ερμηνευτές του ελληνικού αλλά και του διεθνούς τραγουδιού, πολλές φορές σε πρώτες εκτελέσεις, διαθέτει σήμερα μια ανυπολόγιστης πολιτιστικής αξίας μουσική παρακαταθήκη − σαν μια κιβωτός της ελληνικής μουσικής, με δυσεύρετες εμφανίσεις και αξέχαστες συναντήσεις. Συνεντεύξεις, ερμηνείες αλλά και αποσπάσματα αναμεταδόσεων συναυλιών Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, ένας μουσικός θησαυρός με 500 περίπου εκπομπές και περισσότερα από 1.000 αποσπάσματα και τραγούδια, μέρος του οποίου είναι αναρτημένο στο YouTube.  
 — Σας έχω ακούσει να λέτε ότι μεγαλώσατε με κλασική μουσική, αλλά σας ξέρουμε από τη σχέση σας με το λαϊκό τραγούδι κυρίως. 
Αυτό που διδάχτηκα από νωρίς, τόσο από το σπίτι μου όσο και από τα διαβάσματά μου και το ραδιόφωνο που άκουγα, είναι ότι πρέπει να είμαστε ανοιχτοί στο καθετί, απλώς πρέπει να ξέρουμε πού τοποθετείται το καθένα. Αυτό για μένα σήμαινε ότι μπορεί με τους κολλητούς μου τη μια μέρα να βλέπαμε Μαργκό Φοντέιν και την άλλη Μαρία Κάλλας, αλλά όταν πηγαίναμε στην Ανθούλα Αλιφραγκή ήταν για το ξεφάντωμα. Ξέραμε να διαχωρίζουμε τη μία ατμόσφαιρα από την άλλη.   
Πιστεύω ότι δίπλα στο ταλέντο με το οποίο σε έχει προικίσει η φύση, πρέπει να έχεις και το ταλέντο να ξέρεις πώς να το αξιοποιήσεις. Σίγουρα υπάρχουν ταλέντα που χάθηκαν γιατί δεν βοήθησαν οι ίδιοι τον εαυτό τους. Για να κάνεις καριέρα δεν πρέπει να χάνεις καμία ευκαιρία. Να έχεις τον διάβολο μέσα σου
Είναι λάθος η περίφημη ρήση του Τσαρούχη που εξισώνει την Μπέλλου με την Κάλλας; 
Όχι, ο Τσαρούχης δεν χωρίζει τη μουσική, αλλά από κάθε είδος επιλέγει το καλύτερο: μια κορυφαία λυρική τραγουδίστρια και μια κορυφαία λαϊκή τραγουδίστρια, από τις μεγαλύτερες του πλανήτη. Δεν μπλέκει μια κορυφαία με ένα ασήμαντο πρόσωπο από άλλο χώρο. Αυτό σήμερα έχει σαφώς μπερδευτεί απ' όσους μιλάνε στο ραδιόφωνο. Ακούω συχνά τέτοιες στραβοτιμονιές. Σημασία έχει να ξέρεις να ξεχωρίζεις πού ανήκει κάτι.
Μπέλλου και Τσιτσάνης το 1973 στο «Η μουσική γράφει ιστορία» το οποίο παίχτηκε τη μέρα που ξεκινούσαν στο Χάραμα
   . 
Αυτό έχει, καταρχάς, να κάνει με έλλειψη γνώσεων και απουσία καλλιέργειας..
Σαφώς, αλλά έχει να κάνει και με το DNA του καθένα. Τον καιρό που έκανα ραδιόφωνο γνώρισα παιδιά που εργαζόντουσαν ως ταξιτζήδες, οι οποίοι ήταν τόσο βαθιά μπασμένοι στο καλό ρεμπέτικο, που μπορούσαν να κάνουν εκπομπές. Είχα γνωρίσει έναν που άκουγε Τρίτο Πρόγραμμα και όταν του είπα ότι εντυπωσιάζομαι με την επιλογή του, μου απάντησε: «Δεν ξέρω τι ακριβώς ακούω ή ποιον συνθέτη, αυτό που ξέρω είναι ότι με ταξιδεύει». Αυτός ο άνθρωπος έχει το σωστό DNA για να διαχωρίσει τις ποιότητες. Γιατί έχει σημασία την ποιότητα με την οποία σε έχει προικίσει η φύση να την αξιοποιήσεις και να την κάνεις σπουδαιότερη.   Αυτό ήταν και το ζητούμενο την εποχή που ξεκίνησα το ραδιόφωνο, όπου μπήκα χάρη σε ένα μαγικό άγγιγμα της τύχης. Πλησίασα το 1958 ως ακροατής την παραγωγό του ραδιοφώνου –και μεγάλη προσωπικότητα− Φραγκίσκη Καρόρη, που ήταν η πρώτη που έκανε εκπομπή με λαϊκά τραγούδια, είδος που μέχρι εκείνη τη στιγμή και για 20 χρόνια ήταν απαγορευμένο. Αυτή η γυναίκα είχε τη φλόγα να ανακαλύπτει νέους ανθρώπους και μου έκανε εξονυχιστική συνέντευξη. Ήθελε να μάθει τι άκουγα και τι έβλεπα, όχι μόνο στο τραγούδι αλλά και στο σινεμά και στον χορό. Κι όταν είδε ότι είμαι μέσα σε όλα −γιατί έτσι είχα μεγαλώσει− τότε μόνο με πήρε. 
Τι έπαιξε ρόλο σε αυτή σας την ευρυμάθεια; 
Πολλά. Το καλλιεργημένο αστικό περιβάλλον της οικογένειάς μου, όπου υπήρχε μια παράδοση. Ας πούμε, ο Νίκος και ο Μανώλης Κάσδαγλης ήταν πρώτα ξαδέρφια της μητέρας μου, που προερχόταν από μεγαλοαστική οικογένεια της Ρόδου με παρακλάδια στην Αλεξάνδρεια. Ο μεγάλος αδερφός του πατέρα μου στο Ηράκλειο της Κρήτης ήταν ένας από τους επιστήθιους φίλους του Νίκου Καζαντζάκη, με τον οποίο κράτησε αλληλογραφία μέχρι το τέλος της ζωής του. Στην οικογένειά μου δεν ήταν το χρήμα που μετρούσε αλλά η μόρφωση. Οι γονείς μου δεν με πήγαν στο γήπεδο, αλλά στο θέατρο όταν ήμουν 12 χρονών και στα 15 μου ήμουν μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης.   Η επιλογή των φίλων μου είχε πάντα κριτήριο την αγάπη τους για το θέατρο, το σινεμά και τη μουσική. Τα πηγαδάκια που κάναμε στο Βαρβάκειο όπου φοιτούσα ήταν γύρω από παραστάσεις και ταινίες. Το Βαρβάκειο ήταν ένα σχολείο πολυσυλλεκτικό, με παιδιά απ' όλες τις τάξεις, και το κριτήριο ήταν η εκπαίδευση του μυαλού και της ψυχής. Ανάμεσα στους συμμαθητές μου υπήρχαν παιδιά χωρίς οικονομική άνεση, τα οποία όμως είχαν τα ίδια οράματα για τη ζωή. Οι νεόπλουτοι, πάντως, άρχισαν να εμφανίζονται ακριβώς τότε, με την αντιπαροχή. Η δική μας νοοτροπία στο σπίτι και στο σχολείο ήταν ακριβώς η αντίθετη.  
 Με το που μπήκα στο ραδιόφωνο, θα μπορούσαν να είχαν πάρει τα μυαλά μου αέρα. Η Φραγκίσκη με εμφάνιζε παντού ως το φαινόμενο. Θα μπορούσα να είχα λαλήσει, κάτι που ευτυχώς δεν έγινε... 

Πόσο νωρίς ξεκίνησε η σχέση σας με τη μουσική
Στο σπίτι υπήρχε ραδιόφωνο από τη μέρα που άνοιξε σταθμός στην Αθήνα το 1938, όταν παντρεύτηκαν οι γονείς μου. Απ' όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, από τα 4-5 άκουγα ραδιόφωνο, με το οποίο είχα πάθος. Υπήρχε και πικάπ στο σπίτι, στα παιδικά πάρτι ακούγαμε πάντα μουσική, αλλά το πολυσυλλεκτικό ραδιόφωνο της εποχής έδινε και το φως για άλλα είδη, με ανοίγματα στην κλασική μουσική και στην όπερα, στα οποία μπορούσε να σε εισαγάγει χωρίς να σε τρομάξει.    
 — Παρακολουθούσατε, μεγαλώνοντας, το Φεστιβάλ Αθηνών
Ήμουν στην έναρξή του το 1955, επάνω στα βραχάκια, με τους φίλους μου. Ήταν πολύ αυστηρά τα πράγματα τότε ως προς το ποιος εμφανιζόταν στο Φεστιβάλ. Όταν το 1962 ήρθε να τραγουδήσει στη Ηρώδειο ο Σινάτρα έγινε χαμός από τις εφημερίδες γιατί άνοιγαν τις πύλες του Ηρωδείου σε έναν εκπρόσωπο του ελαφρού. Τον θυμάμαι στο ρεσιτάλ του να πίνει τσάι και να τραγουδάει. Εν τω μεταξύ, με ενοχλούσε πολύ που είχαν προσκλήσεις οι κοσμικές κυρίες, οι οποίες όμως δεν είχαν το δικό μου πάθος για τη μουσική, ενώ εγώ και οι φίλοι μου αναγκαζόμασταν να καθόμαστε στα βραχάκια.   Μέχρι που μια φορά, καθώς κόβαμε βόλτα έξω από την είσοδο, μας πλησίασε ένας κύριος και μας είπε να πούμε ότι είμαστε από τον κ. Βουρλούμη για να μας αφήσουν να μπούμε. Έτσι έγινε, το μάθαμε και με πολύ θράσος συνεχίσαμε να μπαίνουμε, με τον ίδιο πάντα τρόπο. Εκ των υστέρων έμαθα ότι ήταν ο μαέστρος Αθανασιάδης. Ο Βουρλούμης ήταν μάλλον διευθυντής του ΕΟΤ, τον οποίο δεν συνάντησα ποτέ. Αν είχες πάθος, έβρισκες τρόπο να βλέπεις ό,τι ήθελες. 
Το ραδιόφωνο σάς έφερε, φαντάζομαι, κοντά σε όλα τα σημαντικά καλλιτεχνικά γεγονότα. 
Με το που μπήκα στο ραδιόφωνο, θα μπορούσαν να είχαν πάρει τα μυαλά μου αέρα. Η Φραγκίσκη με εμφάνιζε παντού ως το φαινόμενο. Θα μπορούσα να είχα λαλήσει, κάτι που ευτυχώς δεν έγινε. Το θέμα είναι ότι το αισθητήριό μου ταίριαζε στην τότε διοίκηση. Γιατί το ζητούμενο ήταν να μπορείς να ξεχωρίζεις ποιος ήταν ο Χατζιδάκις και ποιος ο Θεοδωράκης. Αυτό με έκανε να κερδίζω πόντους. Ο έρωτάς μου, βέβαια, για τον Χατζιδάκι ξεκίνησε το 1953 κι έκτοτε δεν τέλειωσε ποτέ.     
Σας ενδιαφέρει η μυθολογία του Χατζιδάκι; Παλιότερα μου είχατε απομυθοποιήσει την «Οδό Ονείρων». 
Η «Οδός Ονείρων» είναι κομμάτι της μυθολογίας μιας πόλης, αλλά πρέπει να την τοποθετήσεις στη σωστή της διάσταση. Αν πεις ότι ήταν μια παράσταση, όπως και η «Όμορφη Πόλη» του Θεοδωράκη, που συζητήθηκε πάρα πολύ, κυρίως πριν γίνει, έχεις δίκιο. Όπως επίσης ότι ήταν η μονομαχία των δύο μεγάλων στη λεωφόρο Αλεξάνδρας και η υπόσχεσή τους ότι το είδος της επιθεώρησης, όπως το ξέραμε, θα ανανεωνόταν. Αυτή η μυθολογία δικαιολογημένα υπάρχει.   Αυτό που προσθέτω εγώ, και θα το βρεις σε ντοκουμέντα της εποχής, είναι ότι υπήρχε η αίσθηση της απογοήτευσης, είτε γιατί τα κείμενα ήταν πιο «χαμηλά», είτε γιατί η ανανέωση που έταξαν δεν έγινε − αλλά αυτό δεν αναιρεί τον μύθο. Όταν μιλάω για την «Οδό Ονείρων», μιλάω για μια παράσταση που έκανε ντόρο τότε, αλλά δεν την εξυμνώ σαν να ήταν η παράσταση που άλλαξε τον ρου της ιστορίας. Επίσης, στην πρεμιέρα της παράστασης «Καίσαρας και Κλεοπάτρα» είπα ότι αν και τα υλικά ήταν τα καλύτερα, το γλυκό δεν έδεσε. Κι όμως, ως δίσκος, είναι από τους ωραιότερους του Μάνου − η παράσταση ωστόσο απέτυχε. Όπως και το «Συνέβη στην Αθήνα» ήταν μια αποτυχημένη ταινία, ενώ η μουσική του Μάνου είναι από τις ωραιότερές του.   Ο μύθος είναι κάτι άλλο και η δουλειά μας ως δημοσιογράφων είναι να τοποθετούμε τα πράγματα στη σωστή τους θέση. Γι' αυτό ήμουν πάντα ανοιχτός σε όλα. Και στις εκπομπές μου έβαζα πράγματα που ήταν ευτελέστερης διαλογής, αλλά τα τοποθετούσα εκεί όπου ανήκαν. Έλεγα πόσα βράδια ξεφαντώσαμε με έναν καλλιτέχνη, αλλά όχι ότι άλλαξε την αισθητική του τόπου. 
Όταν ακούσατε πρώτη φορά τα «Παιδιά του Πειραιά» ξέρατε ότι θα γινόταν διεθνές hit
Ο Πύρρος Σπυρομήλιος, ο οποίος υπήρξε ο μεγάλος έρωτας της Μελίνας και επιστήθιος φίλος του Χατζιδάκι, ήταν διευθυντής στο ΕΙΡ και ήθελε να περνάμε οτιδήποτε τραγουδούσε η Μελίνα. Κάθε Πρωτοχρονιά, με το που έμπαινε ο νέος χρόνος, στην πρώτη πανηγυρική εκπομπή παίζαμε ως μπουναμά ένα ανέκδοτο τραγούδι του Μάνου. Την Πρωτοχρονιά του 1960 παίξαμε τα «Παιδιά του Πειραιά». Η εντύπωση που μου έκανε −και όχι μόνο σ' εμένα− ήταν ότι επρόκειτο για ένα συγκλονιστικό τραγούδι. Υπέροχο τραγούδι, με μια υπέροχη Μελίνα, σε μια ταινία που δεν μου άρεσε καθόλου και δεν συγκρινόταν με τη «Στέλλα», που είναι μία από τις ταινίες της ζωής μου. Απορούσα γιατί οι ξένοι δεν ανακάλυψαν τη «Στέλλα».   
Με τη Μελίνα Μερκούρη.
 — Προτιμάτε τη «Φαίδρα», με τη μουσική του Θεοδωράκη; 
Ήταν μια ταινία με πολλές καλές στιγμές. Τώρα, όσον αφορά τον Θεοδωράκη, ο ίδιος ο Μίκης είχε πει το 1961: «Μη μας κάνετε να νιώθουμε σαν άλογα κούρσας». Για μένα Μίκης και Μάνος είναι εφάμιλλοι. Από την πρώτη στιγμή, όταν βγήκε ο «Επιτάφιος» με τη Μούσχουρη, φάνηκε ότι ο Χατζιδάκις δεν θα ήταν πια μόνος. Είναι μέγιστοι και οι δύο.   Αντέγραψα τότε και διέσωσα την εκτέλεση του «Είμαι αητός χωρίς φτερά» με τον Μάνο στο πιάνο, τον Μπιθικώτση να τραγουδάει και τον Μίκη να διευθύνει την ορχήστρα. Έζησα την πρώτη δημόσια αντιπαράθεση στη Λέσχη Φιλελευθέρων, με τον εξώστη να κοντεύει να πέσει από τους κρότους των φανατικών, που ήταν χωρισμένοι σε Χατζιδακικούς και Θεοδωρακικούς, ποιος «Επιτάφιος» είναι καλύτερος, με τη Μούσχουρη ή με τον Μπιθικώτση, παρουσία και των δύο. Ακριβώς την ίδια εποχή του Νόμπελ του Σεφέρη και των διεθνών επιτυχιών του Θεάτρου Τέχνης και του Εθνικού.    
 — Όλα αυτά που ακύρωσε και κατάργησε η χούντα. 
Η χούντα ήταν μια καταστροφή. Είχαμε διευθυντή στο ραδιόφωνο έναν Αναστασόπουλο που απαγόρευε όχι μόνο το λαϊκό τραγούδι αλλά ό,τι είχε σχέση με μπουζούκι, με Σοβιετική Ένωση, τα πάντα. Προωθούσε μόνο το ελαφρύ τραγούδι, που ήταν ακίνδυνο. Το 1970, όταν ήρθε άλλη διοίκηση, το ανέτρεψε αυτό. Η πορεία μου εκείνα τα χρόνια ακολουθούσε τα σκοτεινά και τα φωτεινά ρεύματα, που εναλλάσσονταν.   
— Ανάμεσα στους δύο μεγάλους υπήρχε και η περίπτωση του Ξαρχάκου. 
Τον Σταύρο τον γνώρισα πρώτη φορά στα «Κόκκινα Φανάρια», σε σκηνοθεσία του Αλέξη Δαμιανού. Μου έκαναν εντύπωση η μουσική και η παράσταση και πλησίασα τον Σταύρο, γιατί, καθώς έγραφα τότε στο «Πρώτο», ένα περιοδικό των αδελφών Μπότση, ήθελα να του κάνω μια συνέντευξη. Συναντηθήκαμε στο Ζonar's και μετά πήγαμε στο σπίτι του και μου έβαλε να ακούσω τη μουσική που ετοίμαζε για το «Ταξίδι» και άλλα που σύντομα θα τραγουδούσε όλη η Ελλάδα. Τον Δεκέμβριο του 1962 του έκανα το πρώτο του πορτρέτο στο ραδιόφωνο. Αυτό με συνέδεσε μαζί του με μια μεγάλη φιλία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.  
Με τη Βίκυ Μοσχολιού
. — Το όνομά σας είναι συνδεδεμένο και με το Νέο Κύμα... 
Γνωρίζω το 1962 τον Γιάννη Σπανό στο Παρίσι, φέρνω εδώ τους γαλλικούς του δίσκους και τους παίζω στην εκπομπή. Τους ακούει ο Αλέκος Πατσιφάς, που ήθελε να ξεκινήσει το Νέο Κύμα, και μου ζητάει να τον φέρω σε επαφή μαζί του. Γίνεται η επαφή, του δίνω και στίχους για το «Μια αγάπη για το καλοκαίρι» και το «Μικρό ταξίδι στο γιαλό» και του μιλάω για την Καίτη Χωματά. Έτσι, το 1964 ξεκινάει το Νέο Κύμα. Αργότερα έγραψα και την «Ανάμνηση» σε μουσική Πιτσιλαδή − ξέρεις, το «Μαζί πηγαίναμε στην αμμουδιά». Ο δίσκος έγινε χρυσός. 
Τα μπλουζ των εφηβικών πάρτι του '60 και του '70.. 
Ναι, όταν χαμήλωναν τα φώτα. Μετά από αυτό και το «Στου Προφήτη Ηλία», που τα υπέγραψα ως Γιώργος Στεφάνου, άρχισα να υπογράφω με το κανονικό μου όνομα. Το έμαθε ο Ξαρχάκος και μου ζήτησε να γράψω στίχους στο «Κορίτσια στον ήλιο» του Γεωργιάδη. Το πιο γνωστό «Ένα πρωινό» μάλιστα, το τραγούδησε σε συναυλία η Φλέρυ Νταντωνάκη. — Πότε συνειδητοποιείτε ότι η φωνή σας γίνεται αναγνωρίσιμη; Κατά τη στρατιωτική μου θητεία, μεταξύ 1965-1967, έκανα εκπομπές στον ραδιοφωνικό σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων, όπου πήγαιναν όσοι είχαν σχέση με τέχνη και γερό δόντι, ηθοποιοί και τραγουδιστές. Ήμουν με τον Νότη Μαυρουδή, τον Μόρτζο, τον Μαρίνο, τον Καρακατσάνη, τον Πάντζα, τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Με το που απολύθηκα, επέστρεψα στην ΕΡΤ, όπου έκανα πολλές διαφορετικές εκπομπές. Στις «Μουσικές Αναμνήσεις», που ήταν ο προπομπός του «Καλησπέρα, κύριε Έντισον», είδα ότι κάτι γινόταν με τη φωνή μου. Το 1968 μου ζήτησε ο Πατσιφάς να κάνω τα διαφημιστικά της Λύρας, κάτι που κράτησε μέχρι το 1980, οπότε, καθώς έκανα πολλά διαφημιστικά σποτ, δεν προλάβαινα. Στο μεταξύ είχε μπει στη ζωή μου και η τηλεόραση. 
Πώς μεταπηδήσατε στην τηλεόραση; 
Η Ίρις Χαραμή επέμενε πολύ να κάνω τηλεόραση. Μετά πέρασα από την εκπομπή της Έλλης Ευαγγελίδου. Πρώτη μου εκπομπή ήταν το «Η μουσική γράφει ιστορία», μαθητευόμενος δίπλα στον Νίκο Μαστοράκη, τον οποίο θεωρώ δάσκαλό μου. Στο μεταξύ, είχε έρθει στην ΕΡΤ και ο Ροβήρος Μανθούλης, ο οποίος ήθελε να κάνω την πρωτοχρονιάτικη εκπομπή του 1976 με τον Ζορζ Μουστακί. Αυτή η εκπομπή μού άνοιξε οριστικά τον δρόμο για τη σειρά εκπομπών «Μουσική Βραδιά» που κράτησε μέχρι το 1981.     Play 00:00 -07:20 Mute Settings Enter fullscreen Play 1977,  
 — Ήταν εβδομαδιαία; 
Ήταν τόσο φιλόδοξα τα σχέδιά μου και κρατούσε τόσο πολύ χρόνο η προετοιμασία κάθε εκπομπής, που ήταν αδύνατο να είναι εβδομαδιαία. Τελικά, προβαλλόταν όποτε είχαμε έτοιμη μια νέα εκπομπή. Πολλοί τραγουδιστές, πάντως, αντιστεκόντουσαν εκείνα τα χρόνια, δεν ήθελαν να βγουν. Αυτό στο οποίο πόνταρα, λοιπόν, δεν ήταν η αναγνωρισιμότητα αλλά το κύρος, και αυτό εξαργύρωσα. 
Εκείνη την περίοδο είναι που συνδυάζετε καλλιτέχνες μεταξύ τους, όπως Μαρίνο με Γαλάνη, Μαρινέλλα με Μπέλλου, Μοσχολιού με Χατζή και άλλους; 
Τότε, και ακόμα περισσότερο αργότερα, από το 1982 μέχρι το 1992, με το «Οι παλιοί φίλοι». Δεν μου παρείχαν συνεργεία, δεν πληρωνόμουν καν. Ήμουν υπεύθυνος για το ψυχαγωγικό τμήμα, αλλά τις εκπομπές τις έκανα από έρωτα για την τηλεόραση. Δεν πήρα ποτέ δεκάρα. Παράλληλα, έκανα 16 χρόνια για το ραδιόφωνο το «Καλησπέρα, κύριε Έντισον», όπου παρουσίαζα δίσκους. Και το 1992 σταμάτησα, γιατί ένιωθα πια παροπλισμένος, ότι η ΕΡΤ δεν με ήθελε. Με αγνοούσαν παντελώς. Όταν βραβευτήκαμε με τον σκηνοθέτη μου Κώστα Αυγέρη για τους «Παλιούς Φίλους», η ΕΡΤ αρνήθηκε να προβάλει το βραβείο.   
Όλες οι λαϊκές μουσικές του κόσμου, είτε είναι αλγερινές, είτε αιγυπτιακές, είτε αμερικανικές, έχουν συγγένεια. Είναι η πηγαία, αυθόρμητη έκφραση ανθρώπων που πολλές φορές δεν ξέρουν μουσική. Αυτή είναι και η διαφορά με το έντεχνο, το οποίο εκφράζεται από ανθρώπους που έχουν σπουδάσει μουσική. 
Ανήκατε ίσως και σε μια παλιά φουρνιά, όχι αρεστή στην παράταξη που κυβερνούσε. 
Όχι μόνο αυτό. Είχα ένα όραμα για τη δουλειά μου, το οποίο δεν δεχόμουν να παζαρεύω κι έτσι γινόμουν ενοχλητικός. 
Έχει ενδιαφέρον, πάντως, η σημασία που δείξατε στο λαϊκό τραγούδι. 
Ξεχωρίζετε ποιοτικά το λαϊκό από το έντεχνο; Όλες οι λαϊκές μουσικές του κόσμου, είτε είναι αλγερινές, είτε αιγυπτιακές, είτε αμερικανικές, έχουν συγγένεια. Είναι η πηγαία, αυθόρμητη έκφραση ανθρώπων που πολλές φορές δεν ξέρουν μουσική. Αυτή είναι και η διαφορά με το έντεχνο, το οποίο εκφράζεται από ανθρώπους που έχουν σπουδάσει μουσική. Εφόσον υπάρχουν αυτοδίδακτοι σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, μπορούμε να πούμε ότι τα ρεμπέτικα έχουν σχέση με τα μπλουζ, το ηπειρώτικο τραγούδι με την τζαζ και πάει λέγοντας...    
Υπάρχουν χαμένα ταλέντα στο τραγούδι; 
Πιστεύω ότι δίπλα στο ταλέντο με το οποίο σε έχει προικίσει η φύση, πρέπει να έχεις και το ταλέντο να ξέρεις πώς να το αξιοποιήσεις. Σίγουρα υπάρχουν ταλέντα που χάθηκαν γιατί δεν βοήθησαν οι ίδιοι τον εαυτό τους. Για να κάνεις καριέρα δεν πρέπει να χάνεις καμία ευκαιρία. Να έχεις τον διάβολο μέσα σου. 
Τι σας οδήγησε να ξεκινήσετε τη δημοσιοποίηση του αρχείου σας
Όλα ξεκίνησαν από τον καλό φίλο και εξαιρετικό σκηνοθέτη Κώστα Αυγέρη, με τον οποίο έκανα τις τελευταίες εκπομπές των «Παλιών Φίλων». Εκείνος επέμενε ότι καθώς το αρχείο μου, δουλειά 50 ετών, κυκλοφορεί στο Ίντερνετ χωρίς να φαίνεται η πηγή του, πρέπει να συγκεντρωθεί σε μια ιστοσελίδα. Αρχικά αντιστάθηκα, αλλά σιγά-σιγά άρχισα να το επεξεργάζομαι.   Προχώρησα σε επιλογή εκπομπών, κείμενα, όλα με τη βοήθεια δύο παιδιών, του Πρόδρομου και της Μόρφως, που κάνουν την οπτικοποίηση. Το έκανα για να φανεί ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν πήγαν χαμένα. Συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο εκπομπές αλλά και εξωτερικές μεταδόσεις συναυλιών, ακόμα και κλασικής μουσικής, και πρόλογοι-πορτρέτα διεθνών καλλιτεχνών. Ένα μέρος υπάρχει ήδη στο YouTube και στο facebook, στα προφίλ «Γιώργος Παπαστεφάνου» και «Μια φορά θυμάμαι». Μια σύνοψη δουλειάς 50 χρόνων. 


Μουσική βραδιά με τη Μαρινέλλα   
Προσθήκη λεζάντας
Με τον συνθέτη Κώστα Γιαννίδη.
Με τον Στέλιο Καζαντζίδη Με τη Μελίτα Κούρκουλου, τον Νίκο Κούρκουλο και την Αλίκη Βουγιουκλάκη
   
Με τον Στέλιο Καζαντζίδη Πηγή: www.lifo.gr
Με τον Γιώργο Νταλάρα   
      
Στο σπίτι της Ειρήνης Παπά με τον ποιητή Νίκο Καρούζο     
Το άρθρο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά το 2015 Πηγή: www.lifo.gr

Ο Γιώργος Παπαστεφάνου γεννήθηκε το 1941 και είναι ραδιοφωνικός και τηλεοπτικός παραγωγός, δημοσιογράφος και στιχουργός. Τον Φεβρουάριο του '60 μπήκε στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ ως μαθητευόμενος. Σε δύο μήνες του έβαλαν «άσκηση» να χωρέσει σε μία ώρα 60 κομμάτια. Στην πρώτη σειρά εκπομπών του με τίτλο «Στις 11 το βράδυ, κάθε Δευτέρα» ακούστηκαν σε πρώτη μετάδοση όλα τα σπουδαία που συνέβαιναν τότε στο τραγούδι: Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Ξαρχάκος και Σπανός προτού ακόμη τους ανακαλύψει η δισκογραφία. Το «Καλησπέρα, κύριε Εντισον», που θεωρείται η πιο γνωστή εκπομπή του, ξεκίνησε τον Μάιο του '77 και διήρκεσε δεκαεξίμισι χρόνια.
Στην τηλεόραση δεν ήθελε να βγει αλλά τον είδε ο Νίκος Μαστοράκης και του ζήτησε να ξεκινήσουν μαζί την πρώτη του προσωπική σειρά εκπομπών. Οι τηλεοπτικές εκπομπές του Γιώργου παπαστεφάνου ήταν: με τις εκπομπές «Η μουσική γράφει ιστορία», «Μουσική Βραδιά», «Διαδρομές, «Οι φίλοι μου» και «Οι παλιοί φίλοι». Σε μια από αυτές συνυπήρξαν για πρώτη φορά στη τηλεόραση ο Τσιτσάνης με την Μπέλλου και η εκπομπή μεταδόθηκε τη βραδιά που ξεκινούσε η συνεργασία τους στο «Χάραμα». Στις εκπομπές του φιλοξενήθηκαν μεγάλοι σταρ του τραγουδιού, σπουδαίοι καλλιτέχνες. Οι εκπομπές του δεν είχαν σταθερή ημέρα και ώρα μετάδοσης. Οταν ήταν έτοιμες.

Το αρχείο του Γιώργου Παπαστεφάνου στο YouTube Γράφει  ο Μάνος Ορφανουδάκης
Πηγή: www.musicpaper.gr

Μια ζωή με θυμάμαι να τρέχω! Ραδιόφωνο, τηλεόραση, στίχοι σε τραγούδια, διαφήμιση, παραγωγές δίσκων, συνεργασίες, ταξίδια... Δεν είναι κρίμα όλα αυτά που έχω κάνει πενήντα χρόνια τώρα να κυκλοφορούν σκόρπια δεξιά και αριστερά (ή και να μην κυκλοφορούν καθόλου) αντί να είναι συγκεντρωμένα σε έναν ιστότοπο;  http://yorgospapastefanou.gr/"

Με αυτά τα λόγια υπογράφει ο Γιώργος Παπαστεφάνου το προσωπικό του κανάλι στο YouTube –ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που μπορούμε να πούμε πως είναι η ζωντανή ιστορία της ελληνικής μουσικής, με 45 χρόνια στο ραδιόφωνο. Το κανάλι που είναι «στον αέρα» εδώ και ένα χρόνο και έχει, μόλις, 185 συνδρομητές, τον τελευταίο μήνα ενεργοποιήθηκε ξανά: Ανέκδοτες ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις, σπάνια στιγμιότυπα από τηλεοπτικές παραγωγές, «ακριβές» μαγνητοσκοπήσεις από συναυλίες που έγιναν σημείο αναφοράς τα επόμενα χρόνια, είναι στην ημερήσια διάταξη, πλέον.   Το κανάλι θα το βρείτε εδώ:     Για να έχετε μια ιδέα, όμως, για το πόσο σημαντικά πράγματα έχουν συγκεντρωθεί σε αυτόν τον ιστότοπο, θα αναφέρουμε δύο από τα ντοκουμένα που δημοσιεύθηκαν τις τελευταίες ώρες. Το πρώτο μας έρχεται από μία «ατυχήσασα» εκπομπή του 1984, όπως, χαρακτηριστικά, δηλώνει ο ίδιος ο Παπαστεφάνου στις πληροφορίες του βίντεο, στο οποίο ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου τραγουδάει το Θα ξαναρθείς των Γιαννίδη και Σακελλάριου. Ο Παπαστεφάνου αναφέρει γι’ αυτή την ερμηνεία πώς ο Παπακωνσταντίνου «δεν ήθελε να τραγουδήσει παλιό ελαφρό τραγούδι και χρειάστηκε να επιμείνω πολύ για να τον πείσω». 
Για να έχετε μια ιδέα, όμως, για το πόσο σημαντικά πράγματα έχουν συγκεντρωθεί σε αυτόν τον ιστότοπο, θα αναφέρουμε δύο από τα ντοκουμένα που δημοσιεύθηκαν τις τελευταίες ώρες. Το πρώτο μας έρχεται από μία «ατυχήσασα» εκπομπή του 1984, όπως, χαρακτηριστικά, δηλώνει ο ίδιος ο Παπαστεφάνου στις πληροφορίες του βίντεο, στο οποίο ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου τραγουδάει το Θα ξαναρθείς των Γιαννίδη και Σακελλάριου. Ο Παπαστεφάνου αναφέρει γι’ αυτή την ερμηνεία πώς ο Παπακωνσταντίνου «δεν ήθελε να τραγουδήσει παλιό ελαφρό τραγούδι και χρειάστηκε να επιμείνω πολύ για να τον πείσω». 

Το επόμενο ντοκουμέντο πρόκειται για απόσπασμα από συναυλία του Ηλία Ανδριόπουλου στο Ηράκλειο της Κρήτης, το 1988, με την Μαρία Δημητριάδη να ερμηνεύει το Δειλινά στη Σπάρτη, σε στίχους Μιχάλη Μπουρμπούλη, από τα «Γράμματα στο Μακρυγιάννη» και το Ο αγέρας στους δρόμους, σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, από τα «Λαϊκά προάστια».

Πηγή: www.musicpaper.gr

 

papastefanou panw

«Θα το ξέρεις, βέβαια» μού είπε στο τηλέφωνο ο Γιώργος Κατσαρός. «Φέτος η ΕΡΤ θα βραβεύσει τις καλύτερες εκπομπές της τηλεόρασης από όλα τα κανάλια».

Όχι, δεν το ήξερα. Μπορεί να ήμουν ακόμη στα χαρτιά υπεύθυνος για το τμήμα ψυχαγωγικών εκπομπών της ΕΡΤ, όμως σε εκείνη τη φάση, πολλά γίνονταν ερήμην μου. «Μήπως θυμάσαι ποιες εκπομπές έκανε το τμήμα σας το διάστημα 1992-93;» συμπλήρωσε ο Γιώργος. Αν και επικοινωνούσαμε απ' τα σπίτια μας, ήταν πολλοί οι τίτλοι που τού αράδιασα, μια και το τμήμα μας ήτανε πράγματι δραστήριο. Στο τέλος θυμήθηκα πως εκείνη την περίοδο είχα κάνει κι εγώ μια εκπομπή με τον Κώστα Αυγέρη σκηνοθέτη. «Και είναι και πολύ καλή», είπα στον Γιώργο. «Είναι για τη σειρά Οι παλιοί μας φίλοι, ένα διπλό πορτρέτο: του Έλληνα βασιλιά του ταγκό Θόδωρου Παπαδόπουλου και του ρεμπέτη Απόστολου Χατζηχρήστου». «Ά!» ήταν η αντίδραση του Γιώργου. Μετά από λίγες εβδομάδες, έλαβα μια επιστολή από τις Δημόσιες Σχέσεις της ΕΡΤ, που με πληροφορούσε πως η εκπομπή Οι παλιοί μας φίλοι ήταν υποψήφια μαζί με άλλες 4, για το βραβείο καλύτερης μουσικής παραγωγής. Σε εκείνο τον διαγωνισμό ο ΑΝΤΕΝΑ είχε σαρώσει τα βραβεία.

Η ΕΡΤ είχε κερδίσει πολύ λίγα. Και ένα από αυτά ήταν το δικό μας. Η απονομή έγινε στο Μέγαρο Μουσικής με τελετάρχες τον Αλέξανδρο Μυλωνά και την Πέμη Ζούνη. Κατά σύμπτωση, η Πέμη συμμετείχε στους Παλιούς μας φίλους, υποδυόμενη μια κοσμική κυρία του Μεσοπολέμου, που έλεγε μια ωραία παρλάτα του Γιώργου Κρητικού, έπαιζε πιάνο και τραγουδούσε ένα ταγκό. Τη φωτογραφία που βλέπετε, την βγάλαμε την μέρα που γυρίστηκε η σκηνή.

Η Πέμη με τα ρούχα του ρόλου. Στην δεύτερη φωτογραφία με βλέπετε να κρατάω το βραβείο στην αγκαλιά μιας άλλης αγαπημένης φίλης, της Ντίνας Κωνστα, που είχε παρακολουθήσει απ' την πλατεία τη γιορτή στο Μέγαρο. Υπάρχει όμως και τρίτη φωτογραφία. Και εδώ κρατάω το βραβείο περιτριγυρισμένος από την Γλυκερία, την Μπέσυ Αργυράκη και τη σκηνοθέτιδα της ΕΡΤ Μαίρη Κουτσούρη. Εσείς όμως θέλω να προσέξετε την γκριζομάλλα κυρία που στέκεται δίπλα μου και καμαρώνει για τον μαθητή της. Είναι η Φραγκίσκη Ψαχαροπούλου-Καρόρη, η καλή μου νεράιδα που μού άλλαξε τη ζωή, από τη μια στιγμή στην άλλη. Και σε πόσους-πόσους άλλους! Η Φραγκίσκη υπήρξε από τις πιο σπουδαίες μορφές που πέρασαν από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, μια σπάνια γυναίκα με την φλόγα σοφής και ακούραστης δασκάλας, πού τής άρεσε να ανακαλύπτει και να βοηθά νέους ανθρώπους. Τής τηλεφώνησα σαν θαυμαστής-ακροατής στα 18 μου χρόνια. Επειδή δεν ήταν σπίτι της, άφησα τον δικό μου αριθμό για να με πάρει εκείνη.

Φωτογραφία του Γιώργος Παπαστεφάνου.

Μού τηλεφώνησε πράγματι, αλλά μερικούς μήνες αργότερα. Δεν το περίμενα, σχεδόν το είχα ξεχάσει. «Είμαι η Φραγκίσκη» μού είπε. «Με ζητήσατε». Όταν άκουσε την ηλικία μου ξαφνιάστηκε και άρχισε να με ανακρίνει με ερωτήσεις γύρω από αυτό που και οι δύο αγαπούσαμε με πάθος. Την Τέχνη σε όλες τις μορφές της. Στο τέλος του τηλεφωνήματος μού είπε: «Μού κάνεις για το ραδιόφωνο. Θέλεις να δουλέψεις μαζί μου;». Έτσι ξεκίνησε αυτό το υπέροχο ταξίδι. Ήταν 11 Φεβρουαρίου του 1960. Σαν σήμερα, πριν από 58 ολόκληρα χρόνια.

Πιασμένοι χέρι-χέρι, ανηφορίζουμε το δρομάκι προς το σπίτι της, ένα υπέροχο νεοκλασικό στον αγαπημένο της Αρτεμώνα στο νησί της τη Σίφνο. Το φουστάνι της, στο χρώμα των ματιών της. Françoise aux yeux bleus λέγανε οι συνάδελφοί της την Φραγκίσκη όταν την πρωτογνώρισα, νέα ακόμη κι όμορφη, τότε που σαν καλή νεράιδα μού άλλαξε τη ζωή.

Όπως έχω πει τόσες φορές, μεγάλωσα με ένα ραδιόφωνο κολλημένο στο αυτί. Ήταν λοιπόν τέλος της δεκαετίας του '50, όταν μια καινούρια ημίωρη εκπομπή ήρθε να ταράξει τη γαλήνη μου. Για πρώτη φορά στα Κρατικά ερτζιανά, ακούγονταν ρεμπέτικα και λαϊκά! Είδος αυστηρά απαγορευμένο μέχρι τότε. Και στο τέλος της εκπομπής η φωνή της εκφωνήτριας να λέει, παραγωγός Φραγκίσκη Ψαχαροπούλου-Καρόρη. Παιδί θαρραλέο καθώς ήμουνα, θέλησα να εκφράσω τον ενθουσιασμό μου κατ'ευθείαν στην πηγή. Έψαξα στον κατάλογο το όνομα Ψαχαρόπουλος και με το πρώτο, πέτυχα στο τηλέφωνο τον πατέρα της Φραγκίσκης. «Η κόρη μου μόλις γέννησε και είναι στο νοσοκομείο. Αφήστε μου τον αριθμό σας και θα σας πάρει όταν βγει».

Πέρασε κάμποσος καιρός, σχεδόν το είχα ξεχάσει, όταν κάποιο βράδυ χτύπησε στο σπίτι το τηλέφωνο. Ήταν σαν σήμερα, 11 Φεβρουαρίου του 1960 και ήταν στην άλλη άκρη της γραμμής η Φραγκίσκη, που έδειξε να ξαφνιάζεται όταν άκουσε πως ήμουν μόνο 18 χρονών. Και εδώ είναι που λέω πως κέρδισα λαχείο. Γιατί έπεσα σε μια γυναίκα σοφή, ακούραστη και αστείρευτη, που ήταν γεννημένη δασκάλα και που σε όλη της τη ζωή ήθελε να μεταδίδει τη δική της φλόγα σε νέους και παιδιά. Ένα απ'αυτά τα αμέτρητα παιδιά της θα ήμουνα κι εγώ! Για δυο περίπου ώρες στο τηλέφωνο, η Φραγκίσκη δεν σταμάτησε να με ξετινάζει με ερωτήσεις γύρω από κάθε μορφή Τέχνης. Και εγώ, όλος χαρά της απαντούσα. Τελειώνοντας μου είπε η Φραγκίσκη: «Μού κάνεις για το ραδιόφωνο. Θες να δουλέψεις μαζί μου;».

Αν ήθελα, λέει! Ξαναμμένος καθώς ήμουνα, ανήγγειλα το νέο στους γονείς μου. Σού έχω εμπιστοσύνη, μού είπε ο πατέρας μου, να κάνεις ό,τι θέλεις, μόνο σε παρακαλώ να μας φέρεις και το πτυχίο. Ήδη είχα μπει στη Νομική και φυσικά τους το υποσχέθηκα. Όμως υπήρχε κάτι ακόμη. Σύμφωνα με τις οδηγίες της Φραγκίσκης, η μητέρα μου θα έπρεπε να μιλήσει σε έναν παιδικό της φίλο από τη Ρόδο, που είχε μεγάλη θέση στη Ραδιοφωνία. Όταν τού τηλεφώνησε η μητέρα μου, τον άκουσε έκπληκτη να λέει: «Μαίρη, μην το καταστρέψεις το παιδί. Μην τον αφήσεις. Η Ραδιοφωνία είναι τάφος». Παρά τις αντιρρήσεις του ωστόσο, δέχθηκε να με δει. Αλλά και στο γραφείο του επανέλαβε τα ίδια, όταν μπροστά μου τηλεφώνησε στον Γιάννη Σιάσκα, τον τότε διευθυντή προγράμματος. «Μην τον προσλάβεις, Γιάννη, μην τον θάψεις.

Είναι κρίμα, νέο παιδί». Ευτυχώς είχε προλάβει η Φραγκίσκη να με διαφημίσει ως «φαινόμενο». Πήγα, λοιπόν, και στα γραφεία της Ρηγίλλης και ο κύριος Σιάσκας, έτσι τον προσφωνούσα πάντα, με έβαλε να υπογράψω ένα χαρτί πως δέχομαι να δουλέψω δοκιμαστικά για δύο μήνες δίχως καμία αμοιβή. Για ώρες και μέρες δίπλα στην Φραγκίσκη δεν χόρταινα να μαθαίνω και να αναπνέω τον ραδιοφωνικό αέρα. Και όλοι, με επικεφαλής την προϊσταμένη μου, την Κίττυ Σολομού, με δέχτηκαν με ανοιχτή αγκαλιά. Μόνο ένας παλιός υπάλληλος μού είπε, καθώς μού έδινε το χέρι του όταν μάς σύστησε η Φραγκίσκη: «Ιδού, λοιπόν, ένας ακόμη από τους παθόντας και ταφέντας της Ραδιοφωνίας». Όταν τέλειωνε το δίμηνο, η Φραγκίσκη με έβαλε να κάνω μια πολύ δύσκολη εκπομπή. Το επόμενο πρωί με κάλεσε στο γραφείο του ο Πύρρος Σπυρομήλιος, ο Γενικός Διευθυντής.«Έχεις γνώσεις, γούστο, φαντασία και μνήμη. Αυτά που πρέπει να έχει ένας καλός παραγωγός. Σε προσλαμβάνω αμέσως» μού είπε. Λίγες μέρες μετά, υπέγραψα την πρώτη ετήσια σύμβαση.

Γιώργος Παπαστεφάνου

Έρχεται η "Ζηνοβία" και

φέρνει ψυχρή εισβολή από το Σάββατο έως τη Δευτέρα

Πολύ ψυχρές αέριες μάζες αρκτικής προέλευσης

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

ΣΤΡΥΜΩΝ ΣΤΡΥΜΟΝΙΚΟΥ – ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΑΣ 1928 2 – 1

Β΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ  Α΄ ΟΜΙΛΟΣ  9η αγωνιστική
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ – ΚΑΛΑ ΔΕΝΔΡΑ        2 – 2 ** 
ΣΚΟΡΕΡ: 20΄ Τουρατζίδης, 30΄ Χιντζίδης    / 33΄ Παπαδόπουλος Χ. , 55΄ Μουσικάκης
ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ: Μπάτσιος – Δουλγέρης – Παυλίδου
ΣΤΡΥΜΟΝΙΚΟ – ΗΡΑΚΛΕΙΑ 1928     2 – 1 **
ΣΚΟΡΕΡ: 25΄- 40΄ Τσέναϊ  /   68΄ Δελής
ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ: Ευθυμιάδης – Αναστασίου – Τσίκου
ΠΟΣ 2000 – ΘΥΕΛΛΑ ΣΕΡ.               2 – 0 **
ΣΚΟΡΕΡ: 3΄ Ρήγας, 30΄ Ηλιόπουλος
ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ: Φραγκάκης – Αρχοντογιάννης – Μπάρμπας
Κ. ΜΗΤΡΟΥΣΙ – ΙΩΝΙΚΟΣ ΣΕΡ.     2 – 4 **
ΣΚΟΡΕΡ: 70΄ Μητριτζάκης, 77΄ Ρώμας    /    15΄ – 85΄ Ντίνας, 35΄ Τζιούφας, 60΄ Τοπούζης
ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ: Μαδένης – Πούλιος Α. – Μπεριντζής Στ.

Β΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄ ΟΜΙΛΟΣ


Ποιο είναι το τέλειο δέντρο και πόσο διάκοσμο χρειάζεται;

Αχ Αννούλα του χιονιά, δεν θα είμαι πια μαζί σου, λύνω την άσκηση για το τέλειο δένδρο!!!!
 Και ιδού ο μαθηματικός τύπος :

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2019


Γιορτάζει 5 Δεκεμβρίου : Άγιος Σάββας, ο προστάτης των καρκινοπαθών και των γυναικών που δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν