Μια μέρα στην Τζουμαγιά, εκεί όπου κυριαρχούν ο διαπεραστικός ήχος του ζουρνά και ο επιβλητικός του νταουλιού.
Η Ηράκλεια Σερρών, γνωστότερη ως Τζουμαγιά, είναι φημισμένη για τα λουκάνικά της. Στους μαχαλάδες της, όμως, στις πολλές γειτονιές των Ρομά με τα χαμηλά σπίτια και τους κακοσυντηρημένους, γεμάτους γούβες με νερό δρόμους, εκεί όπου οι καμινάδες καπνίζουν νύχτα-μέρα, ακούγεται ο διαπεραστικός ήχος του ζουρνά και ο επιβλητικός του νταουλιού. Οι Ρομά της Τζουμαγιάς γεννιούνται μουσικοί, βρίσκονται από μικροί με ένα νταούλι ή έναν ζουρνά στο χέρι και συνοδεύουν τα πανηγύρια και τους γάμους σε πολλές περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. «Το έχουμε στο DNA μας, ξέρω ’γω, μάλλον έχουμε μέσα μας τσιπάκι και παίζουμε έτσι, είναι η τέχνη μας, πώς να στο πω;»: Ο Ηλίας Δημάνος είναι μουσικός κρουστών ή καλύτερα νταουλτζής, όπως συστήνεται ο ίδιος. Βιωματικός οργανοπαίχτης παραδοσιακού νταουλιού, γνωστός σε όλη την Ελλάδα για τη μοναδική τεχνική του. «Είναι σαν πυρηνικός επιστήμονας», λέει γι’ αυτόν ο μουσικός κρουστών, μέλος του γνωστού συγκροτήματος Τακίμ, Κώστας Μερετάκης. «Θα τον αδικήσω εάν πω ότι είναι πρώτος, είναι κάτι παραπάνω», συμπληρώνει.
Εκείνο το πρωινό, στην Ηράκλεια ψιλοβρέχει. Στο σπίτι του Δημάνου μαζεύονται δύο ζουρνατζήδες και τα τρία παιδιά τους, οι δύο παίζουν επίσης ζουρνά και ο μικρότερος, ο μόλις δέκα χρονών Αλέξανδρος, νταούλι. «Σήμερα θα παίξουμε εδώ, έξω βρέχει, άσε που και ο γείτονας είναι άρρωστος και δεν πρέπει να τον ενοχλούμε πολύ», λέει ο Δημάνος. Δείχνει ότι έχει μια ερωτική σχέση με το νταούλι, αγαπάει όμως και τον ζουρνά - άλλωστε αυτά τα δύο πάνε μαζί. «Πήγα και λίγο στη Φιλαρμονική, αλλά πέρασαν 30 χρόνια, τα έχω ξεχάσει αυτά. Με πήρε ο δάσκαλος, που ήταν ο Χίντζος», περιγράφει αναφερόμενος στον μύθο του αείμνηστου Μήτσου Χίντζου, γνωστό για τη δισκογραφική του επιτυχία.
Ο Δημάνος είναι περήφανος που γεννήθηκε και μεγάλωσε στους μαχαλάδες της Τζουμαγιάς, μαζί με τους ήχους του νταουλιού. «Εδώ κάποτε μπορεί να είχαμε και 80 μουσικούς», λέει για το χωριό του και δείχνει πως ελπίζει να βγουν και άλλοι. Σήμερα μετριούνται γύρω στους 20. Το χαμόγελό του πλαταίνει, όταν ακούει τον δεκάχρονο Αλέξανδρο Μάλαμα -που έκανε κοπάνα από το σχολείο με τη βοήθεια του μπαμπά του, μόνο και μόνο για να παίξει και φόρεσε σακάκι για επισημότητα- να αποκαλύπτει ότι προτιμάει το νταούλι από τον ζουρνά. «Έχω έναν εγγονό, τρεισήμισι χρόνων, το χτυπάει το νταούλι, αλλά όταν βαριέται, το κάνει σκαμπό», λέει γελώντας, ελπίζοντας να βρεθεί ένας διάδοχος. «Τώρα θέλουμε να δείξουμε στα μικρά και δεν έχουν όρεξη. Οι δικοί μας παππούδες δεν ήθελαν να μας μάθουν. Εμένα με παίρνανε σαν τέταρτο και αντί να παίζω, κουβαλούσα τα παλτά. Τώρα τα παιδιά έχουν υπολογιστές, ίντερνετ και πάνε σχολείο». Ο ίδιος δεν πήγε σχολείο, όπως και τα αδέρφια Χρήστος και Γιάννης Μάλαμας, που παίζουν ζουρνά και τέλειωσαν μόνο το Δημοτικό.
Μέσα στο στενό σαλόνι του σπιτιού του νταουλτζή της Τζουμαγιάς, οι ήχοι της παραδοσιακής μουσικής των ζουρνάδων και των νταουλιών μπλέκονται, τα ντεσιμπέλ ανεβαίνουν και οι οργανοπαίχτες ιδρώνουν. Ο ζουρνάς σηκώνεται για τις ψιλές νότες και ο Δημάνος χτυπάει με πάθος με το δεξί τον κόπανο, την ώρα που τρεμοπαίζει στο αριστερό του χέρι η βίτσα - οι δύο μπαγκέτες του νταουλιού. Όλοι τους είναι σε έκσταση, όταν παίζουν και ο Δημάνος δημιουργεί, όπως λένε οι «κρουστοί» - οι ειδικοί των κρουστών. «Η τεχνική του στο παίξιμο είναι απαράμιλλη, όλες οι “φράσεις” του. Έχει κάνει μια μείξη του σύγχρονου και του παραδοσιακού, αφού έχει βαθιά γνώση της παράδοσης, ξέρει πώς παίζονταν οι ρυθμοί από τους βιωματικούς και ο ίδιος, ως βιωματικός, το πήγε λίγο παραπέρα, γι’ αυτό και έχει στοιχεία απ’ όλα τα Βαλκάνια. Εάν δεν έχεις γνώση της παράδοσης, δεν μπορείς να το κάνεις και αυτό έχει να κάνει όχι τόσο με τεχνικά ζητήματα, αλλά με τη μουσική φρασεολογία αυτού που παίζει, πώς το χορεύει, πώς του δίνει χαρακτήρα», λέει για τον νταουλτζή της Τζουμαγιάς ο Χρήστος Τάσιος, γνωστός κρουστός και ντράμερ. «Είναι ταυτόχρονα και ερευνητής, εκτός από διαχειριστής μιας παράδοσης. Ο Ηλίας είναι επιστήμονας, το μυαλό του στροφάρει, φιλοσοφεί, έχει μεγάλη σοφία σε αυτό που κάνει. Είναι τόσο ισχυρή η προσωπικότητά του, που έχει την ικανότητα να μπολιάζει αυτό που διαχειρίζεται και έτσι δημιουργεί κάτι καινούργιο. Παράλληλα, δίνει και πρόταση, καθώς είναι φορέας που διαχειρίζεται την παράδοση με ευλάβεια και ταυτόχρονα βάζει και την καινούργια πληροφορία, με όμορφο τρόπο», συμπληρώνει ο Κώστας Μερετάκης.
Η βροχή σταματάει και στο στενό του μαχαλά της Τζουμαγιάς οι οργανοπαίχτες βγαίνουν έξω. Τραβιούνται λίγο παραπέρα, για να μην ενοχλείται ο γείτονας όταν παίζουν, σαν να είναι σε πανηγύρι. «Στο πανηγύρι μ’ αρέσει περισσότερο», απαντάει αφοπλιστικά ο Ηλίας, όταν τον ρωτάμε εάν προτιμά τις παραστάσεις του Μεγάρου Μουσικής, όπου έχει εμφανιστεί ή τους γάμους στα χωριά της Μακεδονίας. «Στο Μέγαρο όλα είναι μετρημένα, πρέπει να προσέχεις πολύ, είσαι σφιχτός. Στο πανηγύρι είναι ελεύθερα, παίζεις με την ψυχή σου», συνεχίζει. «Ένας Δημάνος δεν θα κωλώσει πουθενά να πει την πρότασή του και ταυτόχρονα να καταλάβουμε πόσο φανατικός υπερασπιστής της παράδοσής είναι», απαντά ο Κώστας Μερετάκης. «Το πανηγύρι είναι το τερέν του. Είναι όπως ένας ποδοσφαιριστής ξεδιπλώσει το ταλέντο του στο γήπεδο: Το Μέγαρο είναι τερέν με πλαστικό χλοοτάπητα, το πανηγύρι με φυσικό χόρτο», διευκρινίζει.
Ο μαχαλάς των Ρομά της Τζουμαγιάς είναι σαν τις γειτονιές των Ρομά της Γουμένισσας Κιλκίς με τα χάλκινά τους: Έχουν παράδοση στα συγκεκριμένα όργανα και στην παραδοσιακή μουσική. «Δεν μπορώ να το εξηγήσω, όμως βλέπω κάποια νταούλια (σ.σ. εννοεί οργανοπαίχτες) που δεν το έχουν μέσα τους. Παίζουν καλά, όμως δεν είναι μέσα στο DNA τους, μπορεί να είναι αυτό το δικό μας μυστικό», εξηγεί ο Δημάνος. «Οι Ρομά είναι περισσότερο ελεύθερα πνεύματα από τους υπόλοιπους, αυτός είναι ο λόγος», πιστεύει ο Χρήστος Τάσιος.
Το νταούλι το έχει κατασκευάσει ο ίδιος. «Εάν δεν είσαι οργανοπαίχτης, δεν γίνεται να φτιάξεις καλό όργανο», λέει.
Το νταούλι είναι από κόντρα πλακέ θαλάσσης και από συνθετική μεμβράνη. Παλιά, οι μεμβράνες ήταν από δέρματα ζώων, κατσικίσια ή πρόβεια. «Ναι, αλλά με αυτόν τον καιρό, την υγρασία και τη βροχή, δεν θα άκουγες καλό νταούλι. Λένε ότι το φυσικό είναι καλύτερο, όμως κρατάει για λίγο, μετά χάνει», εξηγεί και χτυπάει τον κόπανο, για να δείξει τη διαφορά ήχου.
Η Σοφία, η γυναίκα του Ηλία, αποκαλύπτει πως ο σύζυγός της παίζει ακόμη και στον ύπνο του, ενώ μέχρι και στο τιμόνι τα χέρια του κινούνται στους ρυθμούς του νταουλιού. «Ανοίγω το YouTube και βρίσκω μουσικές από παντού. Όταν πήγα στη Βραζιλία να παίξω, βρήκα και εκεί μουσικές, μ’ αρέσει». Ο Ηλίας Δημάνος γράφει και ο ίδιος μουσική και μπερδεύει τους ήχους από τα Βαλκάνια.
«Το νταούλι για μένα είναι τα πάντα. Με φτιάχνει. Είναι και δουλειά, αλλά μ’ αρέσει».
Πηγή : www.vice.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου