Έφηβοι, όλη μέρα, με ένα smartphone στο χέρι. Συνήθης εικόνα, όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου διεξήχθησαν οι σχετικές έρευνες για να φανεί κατά πόσον σχετίζεται η χρήση κινητών τηλεφώνων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης με την αύξηση των ψυχικών διαταραχών σε παιδιά και νέους.
Πιστεύαμε ότι ο υπερβολικός χρόνος που δαπανά κανείς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα έξυπνα κινητά ευθύνεται για την αύξηση του άγχους, της κατάθλιψης και άλλων ψυχικών διαταραχών, ιδιαίτερα στους εφήβους. Πολλοί ερευνητές, ωστόσο, απέδειξαν, μέσα από πληθώρα ερευνών, ότι αυτή η πεποίθηση είναι λανθασμένη.
Στην τελευταία μελέτη, που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα, στην επιθεώρηση «The Journal of Child Psychology and Psychiatry», δύο καθηγήτριες Ψυχολογίας ανέλυσαν 40 έρευνες με αντικείμενο τη σχέση της χρήσης μέσων κοινωνικής δικτύωσης, του άγχους και της κατάθλιψης στους εφήβους. «Η σύνδεση είναι μικρή και αντιφατική» επισημαίνουν οι δύο επιστήμονες. «Δεν διαφαίνεται κανένα στοιχείο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τον πανικό και την ανησυχία που προκαλεί το θέμα», επισημαίνει η δρ Κάντις Λ. Οντζερς, καθηγήτρια του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και συντάκτρια της μελέτης.
Η συζήτηση σχετικά με τις βλάβες που προκαλούμε εμείς, και κυρίως τα παιδιά μας, στους εαυτούς μας όταν μένουμε κολλημένοι μπροστά στην οθόνη του κινητού, βασίζεται κυρίως στην υπόθεση ότι οι συσκευές, που όλοι πλέον έχουμε στην τσέπη μας, απειλούν την ψυχική μας υγεία. Ακόμα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, πέρυσι ανακοίνωσε ότι τα μωρά, που είναι μικρότερα του έτους, δεν πρέπει να εκτίθενται καθόλου στις οθόνες ηλεκτρονικών συσκευών, ενώ τα νήπια, μεταξύ δύο και τεσσάρων ετών, δεν πρέπει να παραμένουν μπροστά στην οθόνη περισσότερο από μία ώρα την ημέρα. Στη Σίλικον Βάλεϊ, τα στελέχη των εταιρειών τεχνολογίας κρατούν τις συσκευές και το λογισμικό που κατασκευάζουν μακριά από τα παιδιά τους.
Λίγες ημέρες πριν από τη δημοσίευση της μελέτης της δόκτορος Οντζερς και της συναδέλφου της Μικελίν Γιάνσεν, του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Social Psychiatry and Psychiatric Epidemiology η ανάλυση της Εϊμι Ορμπεν, του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ 226 ερευνών για την «ευδαιμονία» των χρηστών κινητών. Η δρ Ορμπεν συμπέρανε ότι με δεδομένο το πόσο πολλά διαφορετικά είδη ευδαιμονίας υπάρχουν, η «πραγματική επίδραση του κινητού είναι μηδενική».
Ο φόβος για τις συνέπειες της χρήσης κινητών τηλεφώνων στην ψυχική υγεία των παιδιών δεν είναι κάτι νέο. Το 2011, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία προειδοποιούσε για την «κατάθλιψη του Facebook». To 2016, ωστόσο, επαναξιολόγησε τη θέση της και αναθεώρησε τη σύσταση, εξαλείφοντας κάθε αναφορά στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης, και κάνοντας μνεία στα αντικρουόμενα στοιχεία, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι ενδεχομένως να είναι επωφελής η χρήση τέτοιων μέσων. Η Μέγκαν Μορένο, καθηγήτρια Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν και μία από τους συντάκτες της αναθεωρημένης ανακοίνωσης, τονίζει ότι η αρχική τοποθέτηση της Ακαδημίας ήταν προβληματική γιατί προκάλεσε πανικό. Μάλιστα, επισημαίνει ότι στο ιατρείο της εντυπωσιάζεται από τον αριθμό των παιδιών που έχουν θέματα ψυχικής υγείας και βοηθιούνται ουσιαστικά από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ο πανικός για τα κινητά πυροδοτήθηκε και από ένα άρθρο της ψυχολόγου Τζιν Τουέντζ, στο περιοδικό «The Atlantic» το 2017, στο οποίο εκτιμούσε ότι η αύξηση αυτοκτονιών και κατάθλιψης στους εφήβους συνέπιπτε χρονικά με τη διάδοση των κινητών τηλεφώνων και την επικράτηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μετά το 2012.
Οι επικριτές της, ωστόσο, την καταγγέλλουν ότι έκανε μία συσχέτιση μεταξύ της εμφάνισης των κινητών και της αύξησης των αναφορών προβλημάτων ψυχικής υγείας, χωρίς, ωστόσο, να αποδείξει την αιτιώδη σχέση. Ερευνητές, άλλωστε, επισημαίνουν ότι δεν έχει καταγραφεί αύξηση του άγχους και των αυτοκτονιών σε πολλά κράτη της Ευρώπης, παρότι και εκεί τα κινητά έγιναν πολύ δημοφιλή.
«Για τι άλλο μπορεί οι Αμερικανοί έφηβοι να νιώθουν αγωνία, εκτός απο το κινητό τους;» επισημαίνει ο Τζεφ Χάνκοκ, ιδρυτής του Εργαστηρίου Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης του πανεπιστημίου Στάνφορντ. «Μήπως για την κλιματική αλλαγή ή την οικονομική ανισότητα; Μήπως για τα υπέρογκα σπουδαστικά δάνεια; Υπάρχουν τεράστια δομικά ζητήματα, με μεγάλη επίδραση πάνω μας, αλλά είναι αόρατα και έτσι κανείς δεν τους δίνει σημασία».
Η δρ Οντζερς και ο Χάνκοκ επισημαίνουν ότι ουδέποτε χρηματοδοτήθηκαν από εταιρείες τεχνολογίας και ότι πάντα ασκούσαν δριμύτατη κριτική εναντίον τους, πέρα από τα θέματα ψυχικής υγείας, για την προστασία της ιδιωτικότητας του βίου αλλά και την έλλειψη διαφάνειας. Η δρ Οντζερς τονίζει ότι δεν της κάνει εντύπωση που ο κόσμος δυσκολεύεται να αποδεχθεί τα συμπεράσματά της. Ακόμα και η μητέρα της τα αμφισβήτησε, όταν ένας από τους εγγονούς της σταμάτησε να της μιλάει όταν τον πήγαινε στο σχολείο. «Αλλά τα παιδιά που χάνουν τη μιλιά τους προς τους πιο ηλικιωμένους όταν γίνονται έφηβοι σίγουρα δεν είναι κάτι καινούργιο», τονίζει η δρ Οντζερς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου