Ο σκιτσογράφος, γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος, Μέντης Μποσταντζόγλου, Μπόστ, (1918 – 1995)
Το 1958 ο Μέντης Μποσταντζόγλου*, ο γνωστός Μποστ, σχεδίασε μια σειρά γραμματοσήμων για να σχολιάσει την επικαιρότητα της εποχής. Η Ανεργίτσα και ο Πειναλέων ήταν τα δύο παιδιά της μετεμφυλιακής ρακένδυτης Ελλάδας.
Η Ανεργίτσα με την αξιοθρήνητη περικεφαλαία, τον φιόγκο και το βιβλιάριο απόρου κορασίδος και ο Πειναλέων με το ναυτικό πηλήκιο και τη σφεντόνα δίπλα στην φτωχή γερασμένη, ξεδοντιασμένη και κατάκοπη μητέρα τους, την μαμά Ελλάδα, ρίχνουν τα σαρκαστικά βέλη τους κατά της εξουσίας με τα χαμογελαστά αλλά ξεψυχισμένα πρόσωπά τους. Ποιος όμως θα φανταζόταν ότι εκείνοι οι αντιήρωες της μετεμφυλιακής Ελλάδας θα είχαν, δυστυχώς για την έννοιά τους, ευτυχώς για την καλλιτεχνική τους αξία, τόση απήχηση μέχρι σήμερα.
Σε ένα από αυτά τα γραμματόσημα ο Μποστ είχε ζωγραφίσει τον κυβερνήτη του ιστιοφόρου «Ζάλονγκον»- τον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου να ταξιδεύει στη Γερμανία για να ζητήσει δάνειο. Στο περιθώριο του γραμματοσήμου αναγράφονταν οι εξής στίχοι, πάντα γραμμένοι εντελώς ανορθόγραφα, μια συμβολική γραφή που ο Μποστ εισήγαγε: «Πάμε στο άγνωστο για μάρκα με ελπίδα – να ζητιανέψουμε σε τόπους μακρυνούς – να ορθοποδήσουμε πριν έρθη καταιγίδα – και αμνηστέβουμαι κε άλλους Γερμανούς – Σκίσον πλοίον τας θαλάσας – εις την Μπον να είμε φτάσας – Σκίσον τα νερά προπέλαι – Αραχνιάσαν αι μασέλε». Πόσο σημερινό!
Από καιρού εις καιρόν η αλήθεια είναι ότι αυτοί οι χαρακτήρες του Μποστ επανέρχονται στην επικαιρότητα και πολλοί τους θυμούνται μάλλον με λύπηση ενώ άλλοι με σαρκασμό. Τότε τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας ήταν η ανεργία, η φτώχεια που επέλαυνε με περικοπές στους μισθούς και πληθωρισμό, οι πελατειακές σχέσεις και το άρρωστο διεφθαρμένο κράτος ενώ η κοινωνία βίωνε απελπισία και απόγνωση. Σας θυμίζουν τίποτα όλα αυτά; Βγαλμένα από το σήμερά μας, η Ελλάδα δυστυχώς δεν έχει βελτιωθεί και πάρα πολύ από τότε, αν και υπήρξαν ανά περιόδους ψήγματα ανάπτυξης και προόδου που είτε κάλυπταν τις μόνιμες αδυναμίες ενός κράτους που δημιουργήθηκε πάνω σε σαθρές υποδομές ή διεφθαρμένες νοοτροπίες που μας τραβάνε πίσω και εμποδίζουν την δημιουργικότητα και τον ενθουσιασμό κάποιων από μας, ίσως των πιο αδύναμων.
Τα συνήθη θύματα της κρίσης βρήκαν τον εαυτό τους στους χαρακτήρες της Ανεργίτσας και του Πειναλέοντα.
Ο μικροαστός ή μικρομεσαίος αλλά και μεσοαστός Ελληνας του σήμερα όπως και την δεκαετία του ’60 συναντά τους δυο απογόνους της ψωροκώσταινας στην διπλανή του πόρτα, στον δρόμο για τη δουλειά του, στη στάση του λεωφορείου, στην παρέα του, στην οικογένειά του.
Η εξάρτηση της Ελλάδας από τον ξένο παράγοντα, η μόνιμη δανειοδότηση του κράτους μας από τους συμμάχους- εταίρους μας, τα κακώς κείμενα της πολιτικής ζωής στη χώρα μας, οι πελατειακές σχέσεις πολιτών και πολιτικών, η διαφθορά και η κακή πλευρά του Ελληνα που σατιρίζονταν τότε υφίστανται ακόμα.
Πηγή: Σκίτσα του Μποστ -Η ρακένδυτη Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα- επίκαιρα όσο ποτέ, iefimerida, 02.04.2013
* Ο Χρύσανθος Βοσταντζόγλου (γνωστός ως Μέντης Μποσταντζόγλου ή Μποστ) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1920 η οικογένειά του κατέφυγε στο Γαλάτσι της Ρουμανίας και το 1926 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Από παιδί έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, τις ξένες γλώσσες και τη ζωγραφική. Το παρατσούκλι Μέντης τον συνόδευε από τα γυμνασιακά του χρόνια. Το 1939 έδωσε εξετάσεις στην Σχολή Καλών Τεχνών, σταμάτησε όμως να παρακολουθεί μαθήματα έξι μήνες αργότερα, καθώς ήθελε να ακολουθήσει προσωπικό δρόμο. Την ίδια χρονιά πρωτοεμφανίστηκε ως εικονογράφος, στο περιοδικό Νεοελληνικά Γράμματα του Δημήτρη Φωτιάδη. Στο χώρο των γραμμάτων πρωτοεμφανίστηκε το 1945 με την έκδοση του βιβλίου Ο Άγιος Φανούριος. Θέμα για δούλεμα. Βοήθημα διά την κατανόησιν των κινέζων κλασικών του 20ου αιώνος, ήτοι των συγγραφέων Γκά-τσου και Βου-σβου-νι, με εμφανή ήδη στοιχεία, τις επιρροές που δέχτηκε από το καλλιτεχνικό ρεύμα του υπερρεαλισμού αλλά και του ιδιότυπου σατιρικού λόγου του. Το 1948 παντρεύτηκε τη Μαρία Παπαγιαννακοπούλου με την οποία απέκτησε δύο γιους. Πέθανε στην Αθήνα. Πολύπλευρη και ανήσυχη προσωπικότητα, ο Μποστ ασχολήθηκε τόσο με τις εικαστικές τέχνες όσο και με την τέχνη του λόγου. Σκιτσογράφος, εικονογράφος, γελοιογράφος, χαρτογράφος και ζωγράφος, συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες, περιοδικά και εκδοτικούς οίκους, πραγματοποίησε εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό και εξέδωσε λευκώματα με τη δουλειά του, από τα οποία σημειώνουμε ενδεικτικά την ιδιαίτερα επιτυχημένη έκδοση Σκίτσα του Μποστ με πρόλογο του Ηλία Πετρόπουλου (1959). Στίχοι του μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη, σε συνεργασία με τον οποίο ο Μποστ έγραψε και τα κείμενα για την παράσταση Όμορφη Πόλη που πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στο θέατρο Παρκ το καλοκαίρι του 1962. Είχε προηγηθεί το πρώτο θεατρικό έργο του με τίτλο Δον Κιχώτης (1961). Σταθμός ωστόσο στην πορεία του ως θεατρικού συγγραφέα υπήρξε η Φαύστα ή Η απολεσθείς κόρη (1964). Ο θεατρικός λόγος του Μποστ εκφράζει την αγωνία του για τη σύγχρονη Ελλάδα μέσα από τη δίοδο της ευφυούς σάτιρας και αποτελεί καρπό δημιουργικής αφομοίωσης των διαβασμάτων του συγγραφέα αλλά και της λαϊκής ελληνικής παράδοσης. Έγραψε επίσης πεζά κείμενα και ευθυμογραφήματα. Παράλληλα ασχολήθηκε για χρόνια με το πολιτικό χρονογράφημα, ενώ για την αγωνιστική του δράση στο χώρο της Αριστεράς γνώρισε διώξεις ήδη από την περίοδο της γερμανικής κατοχής αλλά και στη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Μέντη Μποσταντζόγλου βλ. Πεφάνης Γιώργος Π., «Χρονολόγιο Χρύσανθου (Μποστ) Βοσταντζόγλου», στο πρόγραμμα της παράστασης της Φαύστας από τη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, θεατρική περίοδος 1996-1997, σ.37-51 (Πηγή: http://www.perizitito.gr/persons.php?personid=60148)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου