Σάββατο 23 Μαρτίου 2019

Η ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Η ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Η επιθυμία για τη δημιουργία αυτόματων ανθρωποειδών πρωτοεμφανίζεται ήδη από την εποχή του Ομήρου (8ος αι. π.Χ.). Σύμφωνα με το μύθο ο τεχνίτης θεός Ήφαιστος κατασκεύασε τις χρυσές αυτόματες υπηρέτριες (που διέθεταν εξυπνάδα, ομιλία και δύναμη) και ο πολυμήχανος Δαίδαλος τις αυτόματες Αριάδνη και Αφροδίτη. Όμως το γνωστότερο μυθικό ανθρωποειδές της αρχαιότητας ήταν ο γιγάντιος, χάλκινος Τάλως. Ήταν ένας άγρυπνος φύλακας της Κρήτης που περιέτρεχε την ακτογραμμή του νησιού και κρατούσε σε απόσταση τα εχθρικά πλοία που πλησίαζαν πετώντας τους τεράστιες πέτρες (Απολλώνιος ο Ρόδιος). Έκαιγε τους εισβολείς με την ανάσα του και το πυρακτωμένο σώμα του. Διέθετε μία και μοναδική φλέβα με το «αίμα των αθανάτων» που ξεκινούσε από το λαιμό και κατέληγε στον αστράγαλό του όπου ένας χάλκινος πείρος έκλεινε την έξοδό της. Ιστορικά ρομπότ εμφανίζονται την ελληνιστική περίοδο με σημαντικότερο το ρομπότ – υπηρέτρια του Φίλωνος του Βυζαντίου (3ος αιώνας π.Χ.) το οπoίο περιγράφει με λεπτομέρειες στο τεχνικό σύγγραμμά του «Πνευματικά».
 

Η αυτόματη θεραπαινίδα του Φίλωνος (3ος αι. π.Χ.)
Το πρώτο λειτουργικό ρομπότ της ανθρωπότητας

Πρόκειται για ένα ανθρωποειδές ρομπότ με τη μορφή υπηρέτριας (σε φυσικό μέγεθος) που στο δεξί χέρι της κρατούσε μια οινοχόη. Όταν ο επισκέπτης τοποθετούσε έναν κρατήρα (κύπελλο) στην παλάμη του αριστερού χεριού της εκείνη αυτόματα έριχνε αρχικά οίνο και στη συνέχεια για ανάμειξη νερό στον κρατήρα ανάλογα με την επιθυμία του.
Στο στήθος της υπηρέτριας βρίσκονταν δύο στεγανά δοχεία γεμάτα με οίνο και νερό αντίστοιχα. Στον πυθμένα τους υπήρχαν δύο σωληνίσκοι που οδηγούσαν το περιεχόμενό τους μέσα από το δεξί χέρι της στο χείλος της οινοχόης. Δύο αεραγωγοί σωληνίσκοι ξεκινούσαν από το πάνω μέρος των δοχείων, διαπερνούσαν τον πυθμένα τους και κατέληγαν λυγισμένοι στο στομάχι της. Το αριστερό της χέρι συνδεόταν μέσω άρθρωσης με τους ώμους της ενώ μια ελικοειδής ράβδος (ελατήριο) έκκεντρα τοποθετημένη στην προέκτασή του το συγκρατούσε ανυψωμένο. Δύο σωλήνες ξεκινούσαν από το ίδιο σημείο (κλείδα) και κατέρχονταν διαπερνώντας και αποφράζοντας τα λυγισμένα διάτρητα άκρα των αεραγωγών σωληνίσκων. Οι σωλήνες της κλείδας διέθεταν δύο οπές στις απολήξεις τους, με την οπή που επικοινωνούσε με το δοχείο του οίνου να προηγείται αυτής που επικοινωνούσε με το νερό. Όταν τοποθετούνταν ο κρατήρας στην παλάμη της υπηρέτριας, το αριστερό χέρι της κατέβαινε και οι σωλήνες της κλείδας ανυψώνονταν. Η οπή του ενός σωλήνα ευθυγραμμιζόταν με τον αεραγωγό σωληνίσκο του δοχείου του οίνου, αέρας εισερχόταν στο δοχείο και οίνος έρρεε από το σωληνίσκο της οινοχόης στον κρατήρα. Όταν μισογέμιζε το κύπελλο με κρασί, το χέρι λόγω βάρους κατέβαινε περισσότερο, η δίοδος του αεραγωγού σωληνίσκου του οίνου έφρασσε και η ροή σταματούσε. Παράλληλα ευθυγραμμιζόταν η οπή του δεύτερου σωλήνα με τον αεραγωγό σωληνίσκο του δοχείου με το νερό και άρχιζε να ρέει νερό για την αραίωση του οίνου. Όταν γέμιζε το κύπελλο, το χέρι (λόγω βάρους) κατέβαινε περισσότερο, η δίοδος του αεραγωγού σωληνίσκου του νερού έφρασσε και η ροή σταματούσε. Επίσης αν αφαιρούνταν οποιαδήποτε στιγμή ο κρατήρας, το αριστερό χέρι ανυψωνόταν, οι σωλήνες της κλείδας κατέβαιναν αποφράζοντας τους αεραγωγούς σωληνίσκους, δημιουργώντας κενό στα δοχεία και η ροή των υγρών σταματούσε. Η υπηρέτρια λοιπόν γέμιζε το κύπελλο του επισκέπτη με καθαρό οίνο ή αραιωμένο με νερό στην ποσότητα που αυτός επιθυμούσε ανάλογα με τη χρονική στιγμή που θα το τραβούσε από την παλάμη της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου